Παρασκευή 30 Μαΐου 2014

Η πολεμική του Μπακούνιν στον Μαρξ



Εισαγωγή

Κατά την περίοδο 1860-1870 μέσα από την συζήτηση και την πολεμική κριτική ανάμεσα στους Μαρξ και Μπακούνιν ήρθαν στην επιφάνεια του εργατικού κινήματος δύο διαφορετικές ερμηνείες του κοινωνικού μετασχηματισμού, του τι είναι πράγματι κυριαρχία και ποιες συνθήκες  είναι απαραίτητες για την απελευθέρωση του ανθρώπου. Η έντονη αντίθεση ανάμεσα στις 2 μεγάλες κινηματικές προσωπικότητες είχε τις βάσεις της σε θεμελιώδεις θεωρητικές διαφορές, που είναι ακόμη και σήμερα συνεχίζουν να υφίστανται. Αυτός ο διαξιφισμός ήταν και η πρώτη αιτία για τη διάλυση της Πρώτης Διεθνούς και που αργότερα στιγμάτισε τις πιο ριζοσπαστικές τάσεις, αναρχικές και κομμουνιστικές, του διεθνούς εργατικού κινήματος .

Από τότε, και ενώ τόσο ο κοινοβουλευτικός σοσιαλισμός όσο και ο επαναστατικός κομμουνισμός, ανασυγκροτήθηκαν  βάσει των ιδεών του Μαρξ, το αναρχοσυνδικαλιστικό κίνημα, με μεγαλύτερη απήχηση και αποδοχή στη Νότια Ευρώπη(πχ Ισπανία-CNT/FAI) και στις χώρες της Λατινικής Αμερικής, είχε ως θεωρητικό πυρήνα τη σκέψη του Μπακούνιν. Αλλά στο τέλος της δεκαετίας του '30, ο αναρχοσυνδικαλισμός μπαίνει σε μια νέα προβληματική διαδρομή,οι αναρχοσυνδικαλιστικές οργανώσεις χάνουν τη μαζικότητα τους είτε επειδή αρκετά μέλη τους ενστερνίζονται τις κομμουνιστές ιδέες  είτε επειδή καταπιέζονται  από αυταρχικά καθεστώτα. Εάν η εφαρμογή αποτελεί το μοναδικό κριτήριο για την διάγνωση της αξίας μιας θεωρίας, τότε η ιστορία έβγαλε νικητή τον Μαρξ και χαμένο τον Μπακούνιν και έτσι η όποια θεωρητική συζήτησή τους θα μπορούσε να μπει ως ένα μικρό κεφάλαιο της ιστορίας του εργατικού κινήματος. 

Η κεντρικό ζήτημα της διαμάχης θα μπορούσε να είναι στα αζήτητα, αν και  η διαμάχη είναι ακόμη μεγάλης σημασίας. Άλλωστε ο Μπακανούνιν είναι  ένας  πολιτικός διανοητής με βαθυά σκέψη, αν και θεωρείται μικρήςς σημασίας και του οποίου τα έργα και ο πυρήνας της σκέψης του επιδέχονται ακόμη ανάλυση .

 Αυτές όμως οι διαμάχες με τον Μαρξ και τους μαρξιστές επανέρχονται στο προσκήνιο στη σημερινή συγκυρία, στην οποία προβλήματα όπως αυτά της αυτοδιαχείρισης και της ατομικής ελευθερίας δημιουργούν ερωτήματα στα κόμματα της μαρξιστικής Αριστεράς και του αναρχικού χώρου, όπου η αποτυχία της εξέλιξης του κρατικού σοσιαλισμού, ή κρατικού καπιταλισμού κατ’άλλους, έφερε απογοήτευση και που αυξάνεται στην προσπάθεια να χαράξουν καλύτερες πολιτικές/επαναστατικές στρατηγικές με αποτέλεσμα να έρχονται στο προσκήνιο τα ίδια επιχειρήματα και οι ίδιοι προβληματισμοί και πολεμικές, που είχα τεθεί τότε από τον Μπακούνιν.

Ο Μπακούνιν ορματίζεται μια μια πραγματικότητα, μέσω της επιρροής του Μαρξ και που είναι εντελώς ματεριαλιστική και ενώ κατηγορήθηκε πολλές φορές ότι συναινούσε προς έναν τύπο «βολονταρισμού», δεν αποδίδει ποτέ  καμία απολύτως σημασία στην «ελεύθερη βούληση», η οποία είναι για τον Μπακούνιν μία μεταφυσική και θρησκευτική πλάνη. Και οι δύο θεωρητικοί δέχονται  το φυσικό και υλικό κόσμο ως τη μόνη ικανή βάση για να κατανοήσει κανείς τον πραγματικό κόσμο και απορρίπτουν φανατικά κάθε είδους μεταφυσικού βασιλείου. 

Στο έργο «Διεθνή και ο Καρλ Μαρξ», ο Μπακούνιν ,όπως  και ο Μαρξ, μία κριτική στάση έναντι της ιστορικής εξέλιξης, η οποία θα έπρεπε να ερμηνευτεί ως θέση που τονίζει ότι οι ιστορικές μάχες της ανθρωπότητας στοχοθετούν  τη δημιουργία μιας ελεύθερης από την κυριαρχία ανθρώπινης κοινότητας, ή όπως χαρακτηριστικά λέει στο αναφερθέν έργο, «την πληρέστερη κατάκτηση και θεμελίωση της προσωπικής ελευθερίας και εξέλιξης υλικής, πνευματικής και ηθικής του κάθε ατόμου δια μέσου της εντελώς αυθόρμητης και ελεύθερης οργάνωσης της οικονομικής και κοινωνικής αλληλεγγύης». Αυτή η αξιολογική κρίση στρέφει τον Μπακούνιν σε μια πολεμική σε πολλές πτυχής της μαρξικής ανάλυσης. Από αυτήν την κριτική είναι κατανοητό ότι ο Μπακούνιν είναι υπέρ μιας νέας οπτική για τον ιστορικό υλισμό που ανοικτή στην κουλτούρα και την υποκειμενικότητα  και δεν είναι αυστηρά οικονομίστικη και ντετερμινιστική


Ο Μπακούνιν  στρέφει τα πυρά της κριτική του στη μαρξιακή θέση για την οικονομία και της θέσης ότι αποτελεί τη βάση όλης της ιστορικής εξέλιξης3. Κατά  Μπακούνιν, αν η ανθρωπότητα αγωνίζεται για την χειραφέτηση της,  δεν είναι οι οικονομικές συνθήκες εκμετάλλευσης και αθλιότητας που καθορίζουν την αιτία του αγώνα αυτού, αλλά  μία ενεργή αγωνιστική διαδικασία καθώς και οι γνώσεις που αποκτά κατά την διάρκεια τον αγώνα.  «Πώς μπορούν οι εργαζόμενες μάζες να αποκτήσουν συνείδηση των δικαιωμάτων τους; Μόνο διά μέσου της μεγάλης τους ιστορικής πείρας, διά μέσου αυτής της μεγάλης παράδοσης, που αποκτούν στη διάρκεια αιώνων και μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά, που αυξάνεται συνεχώς και εμπλουτίζεται με νέους πόνους και νέες αδικίες και που επιτυγχάνει, εν τέλει, να διαποτίσει και να διαφωτίσει τις μεγάλες προλεταριακές μάζες». Αυτή η ιστορική γνώση είναι υποχρεωμένη επίσης, να ευνοεί την ανάπτυξη οργανωτικών μορφών και διαπροσωπικών σχέσεων συνειδητά ελευθεριακών, χωρίς μία τέτοια κοινωνική συνείδηση και χωρίς την κουλτούρα της ελευθεριακότητας στην οποία είναι βασισμένη η οραματισμένη κοινωνία του Μπακούνιν, οι κοινωνίες δεν μπορούν να έλθουν σε δημιουργικές δραστηριότητες στο ρου της ιστορία και μετατρέπονται σε θύματα μιας νέας κυριαρχίας.



Είναι όντως ο Μαρξ οικονομικός ντετερμινιστής;

Πράγματι είναι, ειδικά αν ληφθεί σοβαρά ο κλασσικός τύπος για τον προσδιορισμό της φύσης του οικονομικού υλισμού  που διατύπωσε ο  Μαρξ στον πρόλογο στη «Συμβολή στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας». Στα έργα του Μαρξ,  «Grundrisse» και «Κεφάλαιο», η αντίληψη αυτή  συνεχίζει να είναι κεντρική θέση στη σκέψη του και ο σχολιασμός που κάνει  στη «Συμβολή στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας» δεν είναι μια πρόσκαιρη αποκλείση. Βέβαια στο «Grundrisse» ο Μαρξ κάνει μία θαυμάσια ανάλυση των συνδέσεων ανάμεσα στην προκαπιταλιστική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, της δημιουργίας του νομισματικού πλούτου και της διαθεσιμότητας του εμπορεύματος - εργασία, αλλά παρ’όλα αυτά οι παραγωγικές δυνάμεις θεωρούνται  αξιωματικά ακόμη η βασική αιτία για τη γέννηση της νέας μεθόδου της παραγωγής και βέβαια αυτό το σχήμα το συναντάμε και στο κεφάλαιο.

Στο «Grundrisse»  βρίσκουμε τα παραδείγματα  που καταδείχνουν το παραγωγιστικό οράμα της κοινωνίας στο Μαρξ. Και αυτά συναντώνται όχι μόνο στη κουβέντα για την ανθρωπότητα μέσα  πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά  και στη μέθοδο  με την οποία αναλύεται η προκαπιταλιστική και  μετακαπιταλιστική κοινωνία. Στο κομμάτι για τις πρωτόγονες κοινωνίες, ο Μαρξ καταπιάνεται με το μύθο, μία από τις πιο πολύπλοκες και πλούσια αναπτυγμένες συμβολικές μορφές της ανθρώπινης νόησης,  που ο Μαρξ όμως τον θεωρεί μία πρωτόγονη προσπάθεια κυριαρχίας στη φύση, μια φαντασιακή κυριαρχία, προερχόμενη από την παροδική έλλειψη τεχνικών μέσων και γνώσεων της ανθρωπότητας να κυριαρχήσει, εν τέλει και εν καιρώ,  δια μέσου της παραγωγής. «Όλη η μυθολογία καταπιέζει, κυριαρχεί και μορφοποιεί τις δυνάμεις της φύσης στη φαντασία και με τη φαντασία, που κατόπιν εξαφανίζονται με την έλευση της πραγματικής γνώσης». Έτσι ο μύθος γίνεται  χρήσιμη δραστηριότητα και συνδέεται νοητά με τη  χρήση της φύσης ως καθαρό μέσο παροχής πρώτων υλών. Η μυθολογική φαντασιακή θέσμιση χάνεται και μετατρέπεται σε μια ιδεαλιστική και αναποτελεσματική τεχνική, με μόνο στόχο να ξεπεραστεί από την αποτελεσματικότερη - και ως εκ τούτου καλύτερη - τεχνική του υλικού μετασχηματισμού.

Ίσως, η σκληρότερη πολεμική στο Μαρξ στο ζήτημα αυτό ασκήθηκε από τον Αμερικάνο ανθρωπολόγο Sahlins, ο οποίος βάζει  τη μαρξιανή θεωρία να αναμετρηθεί με την κεντρικότητα στην ανθρώπινη ύπαρξη μιας πολιτισμικής λογικής, η οποία αδυνατεί να ενσωματωθεί μέσα σε μία «ρεαλιτίστικη»  ή εργαλειακή ορθολογικότητα, που δεν την ενδιαφέρει πόσο βαθειά μπορεί να θεμελιώνεται πάνω σε μια κοινωνική αντίληψη της ανθρώπινης εξελικτικής διαδικασίας. Κατ’αυτή την οπτική,ο Μαρξ οραματίζεται μια κοινωνία με Ηοmo Economicus όντα και το πρόταγμα του Μαρξ για την ανθρώπινη χειραφέτηση , είναι «μια εξιδανικευμένη νοοτροπία της αγοράς» η οποία βασίζεται στην  αυτοπραγμάτωση, στα αντικειμενικά οικονομικών μέσα και μία προοδευτική χειραφέτηση του ανθρώπου από τις σκοτεινές συνθήκες με μια πράξη αυτοκαθορσιμού. Αυτό το όραμα του προτάγματος της χειραφέτησης μέσω της παραγωγής συναντάται σε μεγάλο μέρος της μαρξιανής αντίληψης για την επιστήμη και για την οποία το σημαίνον  μετατρέπεται σε μια καθαρή ταξινομική κατάσταση και η πολιτισμική δημιουργία σε αντανάκλαση των υλικών πράξεων. Αυτό ουσιαστικά είναι έκπτωση  και  αγνοεί την κεντρικότητα της συμβολικής διαδικασίας. 

Η μαρξιανή αντίληψη λοιπόν δεν θεωρεί όλες τις αξίες ίσης σημασία, ακόμα και των αξιών χρήσεως ,που καθορίζονται από ένα σημασιολογικό σύστημα   το οποίο είναι αδύνατον να περιοριστεί σε μια ανώτερη πραγμάτωση των αναγκών, βιολογικών ή κοινωικών, οι οποίες είναι αποτέλεσμα της εξελικτής διαδικασίας του ματεριαλιστικού μετασχηματισμού.

Το όραμα του Μαρξ για μα παραγωγιστική κοινωνία δεν λαμβάνει υπ’όψιν της ότι ο πολιτισμικός λόγος δεν καλουπώνεται σε λογικές πρακτικότητας ή εργαλειακότητας , πράγμα που συνεπάγεται ότι ο Μαρξ είναι ανίκανος να ανακαλύψει συνολικά τη σχετικότητα των  θεσμίσεων  των αστικών κοινωνιών.

Από αυτό συνεπάγεται ότι ο μαρξιανή προταγματική θεωρία έρχεται και σε εσωτερική αντίφαση διότι αδυνατεί να απαντήσει στις παραμέτρους που η ίδια δημιουργεί με στόχο την ανθρώπινη χειραφέτηση.


 Η ανάλυση του Sahlins είναι και η ουσία της διαφωνίας Μπακούνιν και Μαρξ, δηλαδή η τάση του Μαρξ προς τον οικονομικό ντετερμινισμό και προς την δημιουργία μιας κοινωνίας βασισμένη σε συγκεκριμένο τρόπο παραγωγής. Επίσης σε αυτό το σημείο είναι αναγκαίο να αναφερθεί και μια άλλη μεγάλη διαφωνία ανάμεσα στους 2 κινηματικούς θεωρητικούς.
Ο Μπακούνιν άσκησε κριτική στη μαρξική οπτική που έθετε ως αναγκαιότητα ,για την καθολική απελευθέρωση της ανθρωπότητας , στοιχεία  της αστικής κοινωνιας και του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και εξαιτίας αυτής της οπτικής ο Μαρξ και μεγάλο κομμάτι του εργατικού κινήματος δεν αναζητεί τρόπους για μια ριζικότερη ρήξη με την αστική ιδεολογία σε όλα τα επίπεδα.

Γιατί όμως ο Μαρξ θεωρεί αναγκαία στοιχεία της αστικής κοινωνίας και του καπιταλισμού ;
Γιατί όπως και ο Μπακούνιν έγραψε,ο Μαρξ στηρίζει την άποψη που λέει ότι χώρες που δεν έχουν εισέλθει ακόμα στην περίοδο της γενικευμένης και αναπτυγμένης καπιταλιστικής παραγωγής, αυτομάτως τοποθετούνται αναγκαστικά ως χώρες ουραγοί με προοπτική κοινωνικής επανάστασης.



Η ηλιθιότητα της αγροτικής ζωής
 
Ο Μαρξ γράφει ότι «η αστική τάξη καθιστώντας την ύπαιθρο εξαρτημένη από την πόλη,... τους βάρβαρους και ημιβάρβαρους λαούς εξαρτημένους από τους πολιτισμένους, τα αγροτικά έθνη από τα αστικά, την Ανατολή από τη Δύση». Η τάση αυτή του Μαρξ να δημιουργεί μανιχαιστικά δίπολα είναι σημείων των καιρών του, μιας και η αστική τάξη του 19ου αιώνα είχε μια άκρως δαρβινιστική και εξελικτική άποψη για την εξέλιξη του πολιτισμού. Ο Μαρξ, όπως και οι υπόλοιποι σύγχρονοί του διανοητές, εκλάμβαναν τον πολιτισμό της αρχαιότητας ως παιδί που μέσα από την εξελικτική  διαδοχική διαδικασία σταδίων έφτασε στην ενηλικίωση, δηλαδή τον βιομηχανικό πολιτισμό.  Και για τον λόγο αυτό θεωρεί ότι η ανθρωπότητα πρέπει να σωθεί «από την ηλιθιότητα της αγροτικής ζωής» μιας και αυτή απομεινάρι παλαιότερων «παιδικών» πολιτισμών.

Από την άλλη ο Μπακούνιν έχει διαφορετική αντίληψη για την διαδικασία της ανθρώπινης χειραφέτησης. Ο Μπακούνιν δίνει περισσότερη σημασία σε διάφορες διαστάσεις οποιασδήποτε κοινωνίας και όχι μόνο στην τεχνική ή/και οικονομική εξέλιξη, όπως κάνει ο Μαρξ. Υποστηρίζει ότι  πολιτισμοί που βασίζονται στην θεσμισμένη συλλογικότητα έχουν δημιουργήσει το «ένστικτο της εξέγερσης»6 και αυτό μπορεί να γίνει αντιληπτό


Κατά την άποψη του Μπακούνιν, αντιθέτως, για να εκτιμηθεί ορθά η χειραφετική δυναμικότητα μιας κοινωνίας, σε αντίθεση με τον Μαρξ, πρέπει η εστίαση της ανάλυσης να επικεντρωθεί  στις διάφορες πτυχές της κοινωνίας αυτής και όχι μόνο στην τεχνική και οικονομική ανάπτυξη. Και εκεί ο Μπακούνιν  επικεντρώνεται στη βαθύτερη ουσία του πολιτισμού, που ποτέ δεν περιορίζεται σε μια καθαρή μεσολάβηση μεταξύ των πρωταρχικών οικονομικών αιτιών και των άλλων κοινωνικών πραγματικοτήτων• είναι υποστηρικτής  του πόσο σημαντική ήταν η αίσθηση της συλλογικότητας και της ύπαρξης του  «το ένστικτο της εξέγερσης» όπως λέει και ο ίδιος. Φέρνει στη επιφάνεια, με την ανάλυσή του,  στοιχεία που δείχνουν πως υπήρχαν ενδείξεις κοινωνικής επανάστασης σε κοινωνίας «παιδικών πολιτισμών», μεγαλύτερες σε σύγκριση προς εκείνες τις «προχωρημένες» ή «πολιτισμένες» κοινωνίες, τις  οποίες ο Μαρξ θεωρεί ως περισσότερο εξελιγμένες.  Για τον Μπακούνιν, πχ  η ελευθεριακή και κοινοτική συνείδηση των πολιτισμών της Λατινικής Αμερικής είναι  πλεονεκτήματα σε σχέση με την αυταρχική και ιεραρχική λογική που έχει ο Γερμανικός λαός, τον όποιο ο Μαρξ θεωρεί ως του προτεργάτες  της  κοινωνικής και ταξικής επανάστασης. Ο Μπακούνιν  είναι αντίθετος με όσους θέλουν να«εκπολιτίσουν» κοινωνίες ή κοινωνικές ομάδες που δεν είναι οικονομικά αναπτυγμένες και θεωρεί ότι αυτή η θέση είναι αντιδραστική για δύο λόγους. 1ον  απαιτείται   καταπίεση για την επίτευξη της οικονομικής και τεχνολογικής  ανάπτυξης και 2ον διότι πολιτισμικές συνθήκες καταστρέφονται ενώ αυτές εμπεριέχουν ελευθεριακές δυναμικότητες και  οι όποιες θ αντικατασταθούν από συνθήκες που στηρίζουν την κυριαρχία ανθρώπου σε άνθρωπο.



Διαφορές στα μέσα και τους σκοπούς.
Σκοποί

Οι κομμουνιστές και οι αναρχικοί έχουν κοινή στοχοθεσία που δεν είναι άλλη από την καταστροφή του καπιταλιστικού συστήματος και της αστικής δημοκρατίας καθώς και την δημιουργία μιας αταξικής κοινωνίας που κανείς δεν θα εξουσιάζει κανέναν.

Είναι όμως πράγματι έστι;


Για τον Μπακούνιν, αλλά και για την αναρχική οπτική, δεν έχουν έτσι τα πάγματα. Ο Μπακούνιν, όταν άσκησε κριτική στο Μαρξ, αφιέρωσε μεγάλο κομμάτι της κριτικής του στο ζήτημα των μέσω και των σκοπών. Συμφωνούν και οι δύο ότι υπάρχουν κοινά προτάγματα που στηρίζονται από  τους κομμουνιστές και τους αναρχικούς όπως η κατάργηση των τάξεων, η κατάργηση του θεσμού του κράτους και η ισότητα των ανθρώπων.
Παρ’όλα αυτά υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις ανάμεσα στις δύο «φράξιες» του εργατικού κινήματος. Ο Μαρξ, και οι θεωρητικοί που εντάσσονται στη παράδοσή του άφησαν ως παρακαταθήκη ένα όραμα στο οποίο η ανθρώπινη χειραφέτηση θα έρθει μέσα από την συγκεντροποίηση κοινωνικών θεσμών(πχ Κόμμα και κεντρικός σχεδιασμός) και από την ανάπτυξη της τεχνολογίας. Αυτό το όραμα όμως θέλει τον άνθρωπο να λειτουργεί ως παραγωγός και η φύση του να είναι συνυφασμένη με αυτή τη δραστηριότητά του. 
Επίσης το πρόταγμα του μαρξισμού δίνει πολύ μεγάλη βάση στο πως κάθε ατομική δραστηριότητα θα μετασχηματισθεί σε κοινωνική και εδώ έρχεται η μεγάλη αντίθεση με τις αναρχικές θεωρήσεις στις οποίες η ιδιωτική και ατομική σφαίρα είναι εξίσου σημαντικές με την κοινωνική και θεωρούν πως πρέπει να διατηρηθούν ως αυτόνομες.


Από την άλλη το αναρχικό πρόταγμα  θέτει μια στοχοθεσία στην οποία τελικός στόχος δεν είναι η ανάπτυξη της οικονομίας ή τις τεχνολογίας διότι για την ανθρωπότητα σπουδαιότερη είναι  η πολιτισμική διάδραση και η ικανοποίηση του ατόμου για πάσης φύσεως δραστηριότητες ελεύθερες παρά η εργασία ή η παραγωγικότητα (μολονότι αμφότερα θεωρούνται σημαντικά θέματα). Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που το αναρχικό κίνημα προτάσσει μικρές κοινότητες, στις οποίες τα μέλη ασχολούνται με όσα επιθυμούν και αθροιστικά οι κοινότητες αυτές δημιουργούν μια ποικιλόμορφο κοινωνία. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο Μπακούνιν εισάγει ένας είδος ηδονισμού όταν λέει πως οι αναρχικοί πως οικειοποιούνται το δικαίωμα στη ζωή και όλες τις ευχαριστήσεις που έχει αυτή με στόχο να τις απολαύσουν πλήρως.
Μέσα

«Η ελευθερία μπορεί να δημιουργηθεί μόνον από την ελευθερία»-Μπακούνιν

Με τη φράση αυτή ο Μπακούνιν εννοεί πως το αναρχικό κίνημα θα πρέπει να απολέσει κάθε εξουσιαστική και ιεραρχική δομή της αστικής κοινωνίας και να αρχίσει να προεικονίζει στο «τώρα» την ελευθεριακή κοινωνία του μέλλοντος.
Και στο σημείο αυτό βρίσκεται η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στα δύο ρεύματα.
Οι μαρξιστές θεωρούν πως πρέπει να υπάρχουν εξουσιαστικές και ιεραρχικές δομές(κόμμα, αξιωματούχοι κόμματος κτλ) οι οποίες θα χρησιμοποιηθούν μόνο για την μετάβαση στην ελεύθερη κοινωνία, εκεί όμως υπάρχει το πρόβλημα της καθοδήγησης από μια επαναστατική ελίτ που δίνει της ντιρεκτίβες και παίρνει αποφάσεις στο όνομα της κοινωνίας χωρίς όμως ολόκληρη η κοινωνία να μετέχει στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων. 
Από την άλλη το αναρχικό κίνημα απορρίπτει αυτές τις θέσεις διότι πιστεύει πως η δομή των επαναστατικών δυνάμεων, των μελών τους και της κοινωνίας να βασίζονται στην αυτοσυνείδηση , την υπευθυνότητα και την δέσμευση απέναντι στο σύνολο. 

Άλλωστε οι κοινωνίες οδηγούνται προς την χειραφέτηση, όχι όταν στην ηγεσία αυτών, βρίσκονται επαναστατικές ηγεσίες που αγαπάνε τον λαό αλλά όταν οι σχέσεις των μελών της κοινωνίας σπάνε τα δεσμά της εξουσιαστικής λογικής και αρχίζουν να βασίζονται στον αλληλοσεβασμό.


«Κράτος Κλειστόν»

Μία από τις κεντρικότερες ιδέες του Μπακούνιν είναι η κατάργηση του κράτους διότι το κράτος είναι μια κυριαρχική κοινωνική κατασκευή που βασίζεται στον καταναγκασμό άρα επαγωγικά δεν μπορεί να οδηγήσει στην χειραφέτηση αφού αναπαράγει τις εξουσιαστικές σχέσεις μέσω της γραφειοκρατίας ανεξάρτητα από το ποια κοινωνική τάξη ελέγχει το κράτος.

Για τον Μπακούνιν το ζήτημα είναι η κοινωνία να αποκτήσει μια ολοκληρωμένη πολιτική οντότητα, της οποίας οι ρίζες όμως θα προέρχονται από τον κάθε ένα και θα καταλήγουν σε ένα κοινό και αποδεκτό δεσμό από όλα τα μέλη της κοινωνίας. Αυτό όμως δεν ισούται με καταστροφή της κοινωνικής οργάνωσης, διότι η αντιπρόταση του αναρχικού κινήματος είναι η ομοσπονδοποιήση κοινοτήτων και παραγωγικών ομάδων, στις οποίες υπάρχει πολιτικός έλεγχος αλλά είναι εκδιαμέτρου αντίθετος με εκείνον που υπάρχει σε κράτος που βασίζεται στον καταναγκασμό και έχει συγκεντρωποίησει την πολιτική και στρατιωτική εξουσία


Από την άλλη ο Μαρξ και το κομμουνιστικό κίνημα αναγνωρίζουν ότι την καταπιεστική φύση του κράτους αλλά το θεωρεί απαραίτητο μηχανισμό της δικτατορίας του προλεταριάτου που θα χρησιμοποιηθεί από τη «πρωτοπορία» για να επέλθει σταδιακά η συνολική χειραφέτηση του ανθρώπου. Στη πράξη όμως κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ και απόδειξη είναι τα κράτη της πρώην ΕΣΣΔ που ήταν αυταρχικά, αντεπαναστατικά και αναπαρήγαγαν πλήρως τις σχέσεις εξουσίας και εκμετάλλευσης  που υπάρχουν και στο καπιταλισμό.

«Ψηφοδέλτια σταύρωνα»

Ο Μπακούνιν και το αναρχικό κίνημα απορρίπτουν πλήρως την λογική της παρέμβασης μέσω των εκλογών, είτε στα συνδικάτα και τα εργατικά σωματεία, είτε στη κεντρική πολιτική σκηνή διότι κάτι τέτοιο είναι αναγνώριση του αστικού κράτους επομένως ακόμα και όσοι ευαγγελίζονται την ανατροπή του αστικού πολιτικού κατεστημένου μέσω της εκλογικής μάχης δεν κάνουν τίποτα παραπάνω από να το αναγνωρίζουν, να το συντηρούν και να το αναπαράγουν.

Από την άλλη, το πρόταγμα του Μαρξισμού, από τη στιγμή που αντιλαμβάνεται το κράτος ως αναγκαστικό εργαλείο στα χέρια της επαναστατημένης εργατικής τάξης, θεωρεί ότι πρέπει να παρεμβαίνει σε αυτό  με στόχο την προώθηση πολιτικών που ωφελούν την εργατική τάξη και την επανάσταση. Βέβαια στο σημείο αυτό η αναρχική πολεμική κατά του Μαρξισμού, λέει ότι εάν η πλειοψηφία είναι έτοιμη να εξεγερθεί με στόχο την χειραφέτησή της δεν χρειάζεται τις εκλογές για να καταλάβει το κράτος αλλά να εξεγερθεί να αντικαταστήσει τους κρατικούς θεσμούς με ελευθεριακούς.
Επίσης η εκλογική λογική δημιουργθεί την λογική της ανάθεσης με αποτέλεσμα άνθρωποι που είναι έτοιμοι να εξεγερθούν να μπαίνουν στην διαδικασία της αδρανοποίησης αφού πιστεύουν πως με μια ψήφο θα έρθει η χειραφέτηση.

[Θ]

Η επαναστατική οργάνωση στις ιδέες του Μπακούνιν

Με αφορμή τη συμπλήρωση 200 ετών από τη γέννηση του Μιχαλάκη Μπακούνιν αναδημοσιεύω έναν εξαιρετικό κείμενο για την επαναστατική οργάνωση στις ιδέες του Μπακούνιν.



Ο Ρώσος επαναστάτης Μιχαήλ Μπακούνιν αναφέρεται συχνά ως «ο πατέρας» του αναρχισμού. Στην πραγματικότητα, ο Μπακούνιν ήταν πολύ παραπάνω από μια απλή φυσιογνωμία, οι διαφωνίες του οποίου με τον Μαρξ στη Α’ Διεθνή μορφοποίησαν ουσιαστικά την αποσαφήνιση του ρόλου της εμπροσθοφυλακής και του Κράτους στην επαναστατική διαδικασία. Ωστόσο, οι συγκεκριμένες ιδέες του σχετικά με την αναρχική οργάνωση δεν είναι τόσο καλά γνωστές. Ο Andrew N. Flood ρίχνει μια πιο ξεκάθαρη ματιά σ’ αυτές.
Ο Ρώσος φιλελεύθερος επαναστάτης Αλέξανδρος Χέρτσεν, που ήταν στενός φίλος του Μιχαήλ Μπακούνιν, είπε μια ιστορία, για το πώς ο Μπακούνιν όταν ταξίδευε από το Παρίσι στην Πράγα, έπεσε πάνω σε μια επανάσταση των Γερμανών αγροτών «τριγυρνώντας γύρω από ένα κάστρο, μην ξέροντας τι να κάνουν. Ο Μπακούνιν βγήκε έξω από το τρένο όπου επέβαινε και, χωρίς να χάσει καιρό, αφού έμαθε αμέσως για ποιο πράγμα εξεγέρθηκαν, παρέταξε τους αγρότες και τους καθοδήγησε τόσο επιδέξια μέχρι που επέστρεψε στη θέση του για να συνεχίσει το ταξίδι του. Μετέπειτα το κάστρο καιγόταν σε τέσσερις πλευρές».[1] [Original article in English] [In Turkish]
Ο Μπακούνιν ήταν ο γίγαντας του επαναστατικού κινήματος της Ευρώπης από 1848 έως το θάνατό του το 1876. Ήταν αρκετά ψηλός και τεράστιος, κυριολεκτικά γίγαντας, καθώς επίσης στη φαντασία των αστών φάνταζε ως δαίμονας. Ακόμα και αν αναφέρεται συχνά ως ο πατέρας του αναρχικού κινήματος, σήμερα οι ιδέες του για την επαναστατική οργάνωση είναι ανεπαρκώς κατανοητές από τους αναρχικούς και τους μαρξιστές. Αντίθετα, αναφέρεται πολύ πιο συχνά ο ρόλος του στην αντιμετώπιση των αυταρχικών ιδεών του μαρξισμού στους κόλπους της Α’ Διεθνούς. Υπάρχουν διάφοροι επαρκείς λόγοι για τους οποίους δεν αναφέρονται αυτές οι θετικές ιδέες του Μπακούνιν. Τα χρόνια που ο Μαρξ πέρασε στην Βρετανική Βιβλιοθήκη τελειοποιώντας το «Κεφάλαιο», ο Μπακούνιν τα πέρασε σε μια σειρά φυλακών, αλυσοδεμένος σε τοίχους, όπου από το σκορβούτο έχασε τα δόντια του. Κάτι που δεν ήταν και το καλύτερο περιβάλλον για έρευνα ή γράψιμο! Και εν πάση περιπτώσει, δεδομένου ότι ο ίδιος παραδέχτηκε το 1871 ότι «δεν είμαι ούτε επιστήμονας ούτε φιλόσοφος ούτε ακόμη και επαγγελματίας συγγραφέας. Έχω γράψει πολύ ελάχιστα στη διάρκεια της ζωής μου και το έχω κάνει αυτό μόνο για αυτοάμυνα». [2] Στην πραγματικότητα, έγραψε χιλιάδες επιστολές, αλλά σχετικά λίγα άρθρα ή μπροσούρες. Πολλά από αυτά που είναι σήμερα διαθέσιμα από το έργο του Μπακούνιν είναι χειρόγραφα αδημοσίευτων εργασιών.
Επίσης, δεν παραδέχτηκε ποτέ οποιαδήποτε συνέπεια στα γραπτά ή τις δραστηριότητές του. Ακόμη και το 1871, όταν αυτός και ο Μαρξ φιλονικούσαν για το μέλλον της Α’ Διεθνούς, έγραφε: «Όσον αφορά τις γνώσεις, ο Μαρξ ήταν (το 1844) και είναι ακόμα, ασύγκριτα πιο προηγμένος από μένα. Δεν γνώριζα τίποτα εκείνη την περίοδο από Πολιτική Οικονομία, δεν είχα απελευθερωθεί ακόμα από τις μεταφυσικές μου παρατηρήσεις.... Με αποκάλεσε συναισθηματικό ιδεαλιστή και είχε δίκιο...».[3]
Πολλοί μαρξιστές είδαν τον Μαρξ ως ένα είδος προφήτη, τα γραπτά του οποίου αποτελούν μια τέλεια υλιστική «αποκάλυψη» που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να απαντήσει σε όλα τα σημερινά ζητήματα. Αυτό μπορεί μεν να είναι μια ανόητη προσέγγιση, αλλά είναι αλήθεια αν πούμε ότι ο Μαρξ είναι πιο συνεπής από τον Μπακούνιν σε γραπτό έργο. Τα γραπτά του νεαρού Μπακούνιν αποπνέουν διαφορετικές πολιτικές απόψεις απ’ ό,τι τα γραπτά στο τέλος της ζωής του.
Ο Μπακούνιν στη νεαρή του ηλικία
Ο Μπακούνιν ακολούθησε παρόμοια πορεία ανάπτυξης όπως πολλοί άλλοι επαναστάτες εκείνης της γενιάς που προέρχονταν από αστικό περιβάλλον. Όπως ο Μαρξ και ο Ένγκελς, στη διαδικασία αυτή συμπεριλαμβανόταν και η συμμετοχή στους αριστερούς Εγελιανούς. Το 1844 ο Μπακούνιν ήταν μέλος της Δημοκρατικής Ομοσπονδίας του Μαρξ στο Παρίσι, όπου συναντήθηκε επίσης με τον Προυντόν και επηρεάστηκε απ’ αυτόν. Όταν εξερράγησαν οι επαναστάσεις του 1848 (που επικεντρώθηκαν σε αιτήματα για κοινοβούλια και αστικούς νόμους), υπηρέτησε στην Εθνική Φρουρά των Εργαζομένων του Παρισιού. Όταν η επανάσταση αυτή ηττήθηκε κατέφυγε στη Γερμανία το Μάρτιο του ίδιος χρόνου καθώς ξέσπασαν επαναστάσεις εκεί, ελπίζοντας να ενθαρρύνει μια Πολωνική εξέγερση.
Η πολιτική ιδεολογία του Μπακούνιν εκείνη την εποχή ήταν αρκετά ασχημάτιστη, αλλά συνήθως περιγράφεται ως «πανσλαβιστής». Αρκετοί σχολιαστές από τότε είχαν πρόβλημα να κατατάξουν την τάση αυτή σε οποιοδήποτε λογικό πλαίσιο. Οι αναρχικοί το αντιμετωπίζουν ως άσχετο, ενώ οι μαρξιστές έχουν επικεντρωθεί γενικά σ’ αυτό για να επιτεθούν στον Μπακούνιν για τις αντι-γερμανικές (πρωσικές) πτυχές της τάσης αυτής. Τα γραπτά και οι δραστηριότητές του αυτήν την περίοδο μπορούν να παρομοιαστούν με αυτό που ονομάστηκε αργότερα στην Ιρλανδία αριστερός ρεπουμπλικανισμός. Η ιδέα ότι ο «εθνικός αγώνας» μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο προς την κατάργηση της αστικής νομοθεσίας, ακόμη και αν επιτύχει την εθνική ανεξαρτησία, μπορεί να βρεθεί επίσης και σε πολλά γραπτά μαρξιστών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του Κόνολλι και του Τρότσκι. Οι αντι-γερμανικές του κορώνες γίνονται αρκετά συμβατές με τις αρκετά μεταγενέστερες αντι-αμερικανικές διατριβές των νοτιαμερικανών επαναστατών μαρξιστών οι οποίοι μερικές φορές προσδιόρισαν τον εχθρό τους ως τον «ξανθό εχθρό με τα μπλε μάτια από τον Βορρά».
Το 1848, επίσης, ο Μπακούνιν συμμετείχε στο σλαβικό συνέδριο στην Πράγα και να δημοσιεύει μια «Έκκληση προς τους Σλάβους». Αυτή η έκκληση είχε πολλά κοινά στοιχεία με τις αργότερα δημοκρατικές δηλώσεις, όπως για παράδειγμα το κάλεσμα για επαναστατική σλαβική ενότητα ενάντια στην γερμανική, τουρκική και ουγγρική κατοχή «ενώ απλώνουμε το αδελφικό μας χέρι στους Γερμανούς, στη δημοκρατική Γερμανία». Επιδίωξε να καταστήσει το σοσιαλισμό αναπόφευκτο μέρος του εθνικού απελευθερωτικού αγώνα γράφοντας: «Ο καθένας έχει συνειδητοποιήσει ότι η ελευθερία ήταν μόνο ένα ψέμα, όταν η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού έχει καταντήσει μια άθλια ύπαρξη, που στερείται εκπαίδευσης, ελευθερίας και ψωμιού, είναι προδιαγεγραμμένη να χρησιμοποιηθεί ως το υποστήριγμα των ισχυρών και των πλουσίων». Και η έκκληση τελειώνει: «Το κοινωνικό εμφανίζεται έτσι να είναι πρώτα απ’ όλα το ζήτημα της πλήρους ανατροπής της κοινωνίας» [4]
Τα χρόνια της φυλακής
Ο Μπακούνιν εγκαταστάθηκε στη Δρέσδη όπου συνάντησε και τον συνθέτη Richard Wagner. Εκεί, τον Μάη του 1849, μια συνταγματική κρίση οδήγησε σε μια άλλη εξέγερση. Με τον Wagner συμμετείχε στην εξέγερση και έγινε μέλος της Επαναστατικής Επιτροπής. Ο Μαρξ δίνει μια περίληψη των γεγονότων σε μια επιστολή στην εφημερίδα «New York Daily Tribune» (2 Οκτώβρη 1852) σε άρθρο του με τίτλο «Επανάσταση και αντεπανάσταση στη Γερμανία»: «Στη Δρέσδη, οι μάχες στους δρόμους συνεχίστηκαν για 4 μέρες. Οι καταστηματάρχες της Δρέσδης, οργανωμένοι σε «κοινοτικές φρουρές», όχι μόνο αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στην εξέγερση, αλλά πολλοί απ’ αυτούς υποστήριξαν το στρατό ενάντια στους εξεγερμένους. Σχεδόν όλοι οι επαναστάτες ήταν εργαζόμενοι από τα τριγύρω εργοστάσια. Στο πρόσωπο του Ρώσου πρόσφυγα Μιχαήλ Μπακούνιν βρήκαν έναν ικανό και έξυπνο ηγέτη».
Ο Μπακούνιν συνελήφθη με την καταστολή της εξέγερσης. Η τύχη του είχε εξανεμιστεί. Ήταν ήδη καταζητούμενος από τους Ρώσους, οι οποίοι είχαν δημεύσει όλη του την περιουσία και είχαν αφαιρέσει όλα του τα δικαιώματα ήδη από το 1844. Πέρασε 13 μήνες σε φυλακή της Δρέσδης ως θανατοποινίτης. Μια νύχτα οδηγήθηκε έξω, όπου νόμισε ότι θα εκτελεσθεί, αλλά αντί αυτού παραδόθηκε στους Αυστριακούς. Αυτοί τον φυλάκισαν στην Πράγα για 9 μήνες πριν οδηγηθεί στο φρούριο Olmutz όπου αλυσοδέθηκε στον τοίχο επί 2 μήνες. Τον καταδίκασαν για εσχάτη προδοσία σε θάνατο με απαγχονισμό, αλλά αντί αυτού παραδόθηκε στους Ρώσους όπου φυλακίστηκε στο φρούριο Πέτρου και Παύλου (Πετροπαβλόσκ). Εδώ έχασε τα δόντια του από το σκορβούτο και λίγο έλειψε να χάσει τα λογικά του.
Πέρασε σχεδόν 10 χρόνια σε διάφορες φυλακές έως ότου εξορίστηκε στην Σιβηρία το 1857. Εκεί, μόλις ανέκτησε την υγεία του, δραπέτευσε και κατέφυγε στις ΗΠΑ μέσω Ιαπωνίας και έπειτα στο Λονδίνο στα τέλη του 1861. Η απίστευτη διαφυγή του από τη Σιβηρία (η Ιαπωνία άνοιξε τις πύλες της στη Δύση μόλις το 1853) ενίσχυσε τους μύθους που περιέβαλαν τον Μπακούνιν. Στη φυλακή είχε παραμείνει πανσλαβιστής και σαφώς δεν ήταν ακόμα αναρχικός. Η αγαπημένη τακτική των τσάρων, όπως και των μεταγενέστερων Ρώσων ηγεμόνων, ήταν η απόσπαση ομολογιών από τα θύματά τους. Ο Μπακούνιν το χρησιμοποίησε αυτό για να περιγράψει το πρόγραμμά του στο οποίο συμπεριέλαβε την ιδέα ότι αυτό που χρειαζόταν η Ρωσία ήταν ένα «ισχυρό δικτατορικό καθεστώς» για να βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο και η εκπαίδευση. Ενώ μερικοί έχουν σωστά επισημάνει ότι μια τέτοια ομολογία πρέπει να ληφθεί ελάχιστα υπόψη, το 1862 ο Μπακούνιν ακόμα σκεφτόταν ότι «ο τσάρος ήταν σε θέση να συνεργαστεί πραγματικά με το λαό και ότι ο λαός ήταν ικανός να επιβάλλει τη θέλησή του στον τσάρο μέσω μιας Εθνικής Συνέλευσης». [5]
Ωστόσο, παράλληλα και αντίθετα προς όλα αυτά, ανέπτυσσε σαφώς τη σκέψη του προς μια ελευθεριακή κατεύθυνση. Το περιοδικό «Η Καμπάνα» του Χέρτσεν δημοσίευσε το 1862 μια ανοικτή επιστολή του με τον τίτλο «Προς τους Ρώσους, Πολωνούς και άλλους Σλάβους φίλους μου». Το τμήμα εκείνο της επιστολής που απευθύνεται στους φοιτητές λέει: «Πηγαίνετε στο λαό. Αυτός είναι η καριέρα σας, η ζωή σας, η επιστήμη σας. Μάθετε από τους ανθρώπους αυτούς πόσο καλύτερα να υπηρετήσετε την υπόθεσή τους! Θυμηθείτε, φίλοι, ότι η μορφωμένη νεολαία δεν πρέπει να είναι ούτε ο δάσκαλος, ο ευεργέτης, ο δικτατορικός ηγέτης του λαού, αλλά μόνο ο μαιευτήρας της αυτοχειραφέτησής του, κάτι που θα τον εμπνεύσει να αυξήσει τη δύναμη των ανθρώπων δραστηριοποιούμενοι από κοινού και συντονίζοντας τις προσπάθειές τους». [6] Εκείνη την περίοδο που η άρνηση παροχής εκπαίδευσης στην εργατική τάξη στις περισσότερες χώρες είχε ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα το ότι η συντριπτική πλειοψηφία των επαναστατών συγγραφέων προερχόταν από την αστική τάξη. Αφήνοντάς το αυτό κατά μέρος, ο Μπακούνιν προτείνει μια σχέση μεταξύ της «επαναστατικής διανόησης» και του λαού, άποψη στην οποία οι αναρχικοί πιστεύουν ακόμα μέχρι σήμερα.
Έτσι, απέρριψε τελικά τον παν-σλαβισμό, ειδικά μετά την Πολωνική εξέγερση του 1863, όταν είδε ότι οι Πολωνοί εθνικιστές μέσω της υποστήριξής τους προς τους Σλάβους της Ουκρανίας ενδιαφέρονταν περισσότερο για τα ουκρανικά εδάφη και φοβούνταν μια εξέγερση των αγροτών περισσότερο απ’ ό,τι ο τσάρος. Έτσι, στην επιστροφή του επισκέφτηκε τον Μαρξ στο Λονδίνο. Ο Μαρξ τον κάλεσε να γίνει μέλος της Α’ και έγραψε σχετικά στον Ένγκελς (στις 4 Νοέμβρη 1864) λέγοντας γι’ αυτόν: «Γενικά, είναι ένας από τους λίγους ανθρώπους που έχω δει ότι δεν έχουν παραιτηθεί μετά από 16 χρόνια, αλλά ότι έχουν αναπτυχθεί περαιτέρω»[7].
Ο Μπακούνιν δεν είχε δεν είχε συνειδητοποιήσει ακόμα την αξία ης Α’ Διεθνούς (που ήταν ακόμα σε μια εμβρυακή μορφή ως μια συνένωση κάποιων βρετανικών συνδικάτων και μερικών Γάλλων οπαδών του Προυντόν ή του Μπλανκί). Πήγε στην Ιταλία όπου εργάστηκε πάνω σε ένα διεθνές πρόγραμμα για την επαναστατική οργάνωση. Σύμφωνα με τον Ντανιέλ Γκερέν, «τα λίγα μέλη της Αδελφότητας ήταν .... προηγούμενοι απόστολοι του δημοκράτη Γκιουζέπε Ματσίνι, από τον οποίο διδάχτηκαν την προτίμησή τους στους μυστικούς συνδέσμους».[8] Ο Μπράϊαν Μόρρις συμπεριλαμβάνει τους Πολωνούς και τους Ρώσους εξόριστους τον κατάλογο αυτό. [9] Από τους σύγχρονους επαναστάτες ο Μπακούνιν κριτικάρεται αρκετά όσον αφορά την υπεράσπιση εκ μέρους του των μυστικών συνδέσμων και αδελφοτήτων αυτήν την περίοδο. Τέτοιου είδους κριτικές εντούτοις, προέρχονται από μια συγκριτικά πιο ασφαλή Δυτική Ευρώπη του 20ού αιώνα ή τις ΗΠΑ όπου οι μαζικές οργανώσεις είναι γεγονός και οι επαναστάτες είναι συγκριτικά πιο ελεύθεροι να συγκαλούν συνελεύσεις και να κυκλοφορούν διάφορες εκδόσεις. Την εποχή του Μπακούνιν μια τέτοια δραστηριότητα ήταν σχεδόν πάντα παράνομη και οι συντάκτες εφημερίδων κ.λπ. καταδικάζονταν σε πολύχρονες φυλακίσεις και/ή πέθαιναν στη φυλακή. Οι Μαρξ και Ένγκελς κυκλοφόρησαν το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» μέσω μιας τέτοιας μυστικής οργάνωσης, τη Λίγκα των Δικαίων, και συνέχισαν με άλλη παρόμοια οργάνωση μέχρι να ιδρύσουν τη Διεθνή, παρά το γεγονός ότι ζούσαν σε σχετική ασφάλεια στη φιλελεύθερη Αγγλία. Τα μέλη της ομάδας γύρω από τον Μπακούνιν είχαν δραστηριοποιηθεί σε παρόμοιες μυστικές οργανώσεις για χρόνια, αλλά όμως δεν υπήρξε καμία νόμιμη επαναστατική οργάνωση στην Πολωνία ή τη Ρωσία αυτήν την περίοδο. Στην Ιταλία και τη Γαλλία αυτοί οι μυστικοί σύνδεσμοι, που συχνά βασίζονταν στους ελευθεροτέκτονες (Freemasons), αποτελούσαν επίσης τον κανόνα. Και δεν αποτελεί εύκολα έκπληξη το ότι κατέληγαν πάντα στο συμπέρασμα ότι «μια οργάνωση που έχει επαναστατικούς σκοπούς πρέπει να πάρει απαραιτήτως τη μορφή μυστικής οργάνωσης» [10] Οι σύνδεσμοι αυτοί κατάρτιζαν ένα σύνολο κανόνων λειτουργίας κατάλληλων για τέτοιους ομαδικούς σχηματισμούς, από τους οποίους ο πρώτος με την επωνυμία Επαναστατικός Σύνδεσμος/Αδελφότητα ιδρύθηκε το 1865.
Ο Άρθουρ Λένινγκ, εκδότης των Αρχείων Μπακούνιν, επισημαίνει ότι τέτοια προγράμματα και διακηρύξεις αντανακλούν την εξελισσόμενη σκέψη του Μπακούνιν, παρά «τη λειτουργία μιας οργάνωσης». [11] Προορίζονταν να αποτελέσουν ένα σχεδιάγραμμα για μια «ιδανική» οργάνωση παρά την περιγραφή μιας ήδη πλήρως συγκροτημένης οργάνωσης. Το πρώτο απ’ αυτά τα ντοκουμέντα, ενώ βαδίζει σαφώς στην πορεία της ελευθεριακής οργάνωσης, έχει τις ρίζες του στην προ-αναρχική φάση του Μπακούνιν. Συνδυάζει τις ιδέες της ελευθεριακής οργάνωσης με τον αντιφατικό στόχο της συγκρότησης ενός κοινοβουλίου: «Για τη διευθέτηση των κοινών υποθέσεων, μια κυβέρνηση και μια περιφερειακή συνέλευση ή κοινοβούλιο θα πρέπει να συγκροτηθούν αναγκαστικά». [12]
Μειώνει, επίσης, το θέμα της επανάστασης σε οργανωτικό και μόνο ζήτημα. Η υπόθεση που γίνεται είναι ότι παντού οι άνθρωποι αναμένεται να εξεγερθούν και ότι για όλα αυτό που χρειάζεται είναι μια σχετικά μικρή οργάνωση επαναστατών οι οποίοι θα συντονίσουν αυτήν την εξέγερση. Η ιδέα αυτή είναι, επίσης, κοινή στο μαρξισμό του 20ού αιώνα, είτε με την τροτσκιστική ιδέα της «κρίσης της ηγεσίας» είτε με τον επαναστατικό πυρήνα των γκεβαριστών.
Εάν το πρόγραμμα αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ένα οποιοδήποτε είδος τελικού σχεδιαγράμματος αυτό δεν σημαίνει ότι είναι και άσχετο. Το είδος της νέας κοινωνίας που υποστήριζαν αποτελούσε μια ριζοσπαστική πρόοδο στην Ευρώπη της δεκαετίας του 1860 και παραμένει εκπληκτικά σχετικό και σήμερα. Τα αποσπάσματα που ακολουθούν δίνουν μια γεύση για το πώς έβλεπαν την μετεπαναστατική κοινωνία.
Το πρόγραμμα της Αδελφότητας (1865) «η εμφάνιση της ελευθερίας είναι ασυμβίβαστη με την ύπαρξη των Κρατών. .... η ελεύθερη ανθρώπινη κοινωνία μπορεί να έλθει επιτέλους, όχι άλλο πια οργανωμένη .... από την κορυφή .... από τα κάτω… αλλά μάλλον θα αρχίσει από το ελεύθερο άτομο και την ελεύθερη ένωση και την αυτόνομη κοινότητα, από τα κάτω προς τα πάνω .... .... οι γυναίκες, διαφορετικές από τον άνδρα, αλλά όχι κατώτερες απ’ αυτόν, ευφυείς, εργατικές και ελεύθερες όπως είναι, πρέπει να κηρυχθούν ίσες με αυτόν σε όλα τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα ... ο θρησκευτικός και ο πολιτικός γάμος πρέπει να αντικατασταθούν από τον ελεύθερο γάμο, και ότι η φροντίδα, εκπαίδευση και η κατάρτιση όλων των παιδιών πρέπει να είναι θέμα του καθένα φροντίδα όλης της κοινωνίας … τα παιδιά δεν ανήκουν ούτε στην κοινωνία ούτε στους γονείς τους αλλά μάλλον στη μελλοντική τους ελευθερία … … η επανάσταση να γίνει μόνο από τους ανθρώπους .... η επανάσταση δεν μπορεί να επιτύχει εκτός εάν, πρέπει να εξαπλωθεί όπως μια παγκόσμια πυρκαγιά... θα καλύψει αρχικά το σύνολο της Ευρώπης και έπειτα τον κόσμο ... η κοινωνική επανάσταση .. .... δεν θα επιτύχει προτού καταστρέψει κάθε Κράτος .... σ’ ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο». [13]
Ο Μπακούνιν προσπάθησε έπειτα να εισάγει ένα επαναστατικό σοσιαλιστικό πρόγραμμα στην Ένωση για την Ειρήνη και την Ελευθερία, που ιδρύθηκε σε μια διάσκεψη στη Γενεύη τον Αύγουστο του 1867, που την παρακολούθησαν 6.000 άνθρωποι, «όλοι φίλοι της ελεύθερης δημοκρατίας». Αναφέρεται ότι όταν ο Μπακούνιν σηκώθηκε να μιλήσει στη διάσκεψη μια κραυγή πέρασε από στόμα σε στόμα: «Ο Μπακούνιν!». Ο Γκαριμπάλντι, ο οποίος ήταν στο προεδρείο, σηκώθηκε, έκανε μερικά βήματα μπροστά και τον αγκάλιασε. Αυτή η επίσημη συνάντηση των δύο παλαιών και δοκιμασμένων πολεμιστών της επανάστασης έκανε καταπληκτική εντύπωση .... Όλοι σηκώθηκαν και ακούστηκε ένα παρατεταμένο και ενθουσιώδες χειροκρότημα». [14]
Μερικοί άνθρωποι χρονολογούν την αναφορά και υπεράσπιση του αναρχισμού από τον Μπακούνιν απ’ αυτό το σημείο, επειδή σε τμήμα της ομιλίας του κατήγγειλε τον εθνικισμό - μια ακόμα διάρρηξη με τον προηγούμενο παν- σλαβισμό του. Άλλοι το χρονολογούν αυτό στο επόμενο συνέδριο που έγινε στη Βέρνη το 1868. Εν πάση περιπτώσει, γενικά από αυτήν την περίοδο και μετά ο Μπακούνιν αναμιγνύεται στην οικοδόμηση των μαζικών επαναστατικών οργανώσεων, συμπεριλαμβανομένης και της Α’ Διεθνούς και είναι απ’ αυτό το σημείο που αρχίζει να υποστηρίζει τις σύμφωνες με τον αναρχισμό μεθόδους οργάνωσης. Η τελευταία σημαντική εργασία του, που γράφτηκε το 1873, περιγράφει το ακόλουθο πρόγραμμα για την επαναστατική νεολαία στη Ρωσία:
«...πρέπει να πάνε προς το λαό, επειδή σήμερα - και αυτό ισχύει παντού, αλλά και ειδικά στη Ρωσία - έξω από το λαό, έξω από τις ισχυρές εργατικές μάζες των δισεκατομμυρίων, δεν υπάρχει ούτε ζωή ούτε υπόθεση ούτε μέλλον» [15]
«η πρωταρχική ατέλεια που παραλύει σήμερα και καθιστά αδύνατη μια καθολική λαϊκή εξέγερση στη Ρωσία είναι η αυτοσυγκράτηση των κοινοτήτων, η απομόνωση και ο διαχωρισμός των τοπικών αγροτικών κοινωνιών. Οπωσδήποτε, πρέπει να καταστρέψουμε αυτή την απομόνωση και να εισάγουμε το ζωτικής σημασίας ρεύμα της επαναστατικής σκέψης, θέλησης και πράξης στους διαχωρισμένες αυτές κοινωνίες. Πρέπει να συνδέσουμε τους καλύτερους αγρότες όλων των χωριών, των επαρχιών, και εάν είναι δυνατόν, των περιοχών μεταξύ τους, τους προοδευτικούς ανθρώπους, τους φυσικούς επαναστάτες του ρωσικού αγροτικού κόσμου και, όπου είναι δυνατόν, δημιουργώντας τον ίδιο ζωτικής σημασίας σύνδεσμο μεταξύ των εργαζομένων των εργοστασίων και της αγροτιάς.
...Πρέπει να πείσουμε αυτούς τους προοδευτικούς ανθρώπους - και μέσω αυτών, αν όχι όλους τους ανθρώπους τότε τουλάχιστον ένα αρκετά μεγάλο τμήμα τους, το πιο ενεργητικό τμήμα - ότι ο λαός ως σύνολο .... μοιράζεται μια κοινή κακοτυχία και, επομένως, μια κοινή υπόθεση. Πρέπει να τους πείσουμε ότι μια αήττητη δύναμη ζει μέσα στους ανθρώπους, στην οποίοι τίποτα και κανένας δεν μπορεί ν’ αντισταθεί, και ότι εάν δεν έχει ακόμα απελευθερώσει τους ανθρώπους είναι επειδή είναι ισχυρή μόνο όταν συγκεντρώνεται και ενεργοποιείται ταυτόχρονα, παντού, από κοινού, σε συνεννόηση, και μέχρι τώρα αυτό δεν το έχει κάνει ακόμα. Προκειμένου να συγκεντρωθεί αυτή η δύναμη, τα χωριά, οι επαρχίες και οι περιοχές πρέπει να συνδεθούν και να οργανωθούν σύμφωνα μ’ ένα κοινό σχέδιο και με βάση τον ενιαίο στόχο της καθολικής απελευθέρωσης των ανθρώπων. Για να δημιουργηθεί στους λαούς μας συναίσθημα και συνείδηση της πραγματικής ενότητας, πρέπει να κυκλοφορήσει κάποιο είδος λαϊκής εφημερίδας .... που θα διέδιδε αμέσως τις πληροφορίες σε κάθε γωνία της Ρωσίας, σε κάθε επαρχία, περιοχή και χωριό, για οποιαδήποτε εξέγερση αγροτών ή εργοστασίων που ξεσπά αλλού, και επίσης για τα σημαντικά επαναστατικά κινήματα που συγκροτούνται από το προλεταριάτο της Δυτικής Ευρώπης ... οι Ρώσοι θα αναγνωρίσουν την εκπαιδευμένη νεολαία μας ως δική τους μόνο όταν αυτή εκλάβει τη ζωή τους, τις κακοτυχίες τους, ως δική της υπόθεση, στην αγωνιώδη εξέγερσή τους. Η νεολαία πρέπει να είναι παρούσα από τώρα και στο εξής όχι ως μάρτυρας, αλλά ως ενεργός συμμετέχων, στην πρώτη γραμμή όλων των λαϊκών ταραχών και εξεγέρσεων, μεγάλων και μικρών .... Δρώντας σύμφωνα με ένα αυστηρά επινοημένο και σταθερό σχέδιο, και υποβάλλοντας όλη της τη δραστηριότητα σ μια αυστηρή πειθαρχία προκειμένου να δημιουργηθεί εκείνη η ομοφωνία χωρίς την οποία δεν μπορεί να υπάρξει καμία νίκη ...» [16]
Αυτό το απόσπασμα αντικρούει τις πιο κοινές διαστρεβλώσεις για το μοντέλο οργάνωσης του Μπακούνιν. Επιβεβαιώνει μια κοινή κριτική εκ μέρους του Μπακούνιν, ότι δηλαδή δεν περιόρισε το επαναστατικό ζήτημα στη βιομηχανική εργατική τάξη, αλλά το επέκτεινε στους χειροτέχνες και τους αγρότες. Εντούτοις, ενώ αυτή η κριτική μπορεί να έχει κάποιο νόημα στη σύγχρονη Ευρώπη ή τη Βόρεια Αμερική, στη δεκαετία του 1870 οποιαδήποτε επανάσταση που θα κινητοποιούσε μόνο τους εργαζομένους των πόλεων θα ήταν καταδικασμένη να ηττηθεί. Εκείνη την περίοδο, οι εργαζόμενοι των πόλεων ήταν μια μικροσκοπική μειονότητα της κοινωνίας. Υποστηρίζοντας για παράδειγμα μια παρόμοια στρατηγική για τους επαναστάτες στην Ιταλία, ο Μπακούνιν υπολογίζει ότι «...η Ιταλία διαθέτει τεράστιο προλεταριάτο .... Αποτελείται από δύο ή τρία εκατομμύρια εργαζομένους σε εργοστάσια στις πόλεις και μικροχειροτέχνες και περίπου 20 εκατομμύριο άκληρους αγρότες». [17] Ο Μπακούνιν, αντίθετα από τον Μαρξ, είδε ότι οι αγρότες θα μπορούσαν να συμμετάσχουν ενεργά στην πλευρά της επανάστασης, και λόγω των αριθμών στη χώρα αυτή (την Ιταλία) δεν θα μπορούσε να υπάρξει ελευθεριακή επανάσταση εκείνη την περίοδο χωρίς τους αγρότες.
Αλλά ο Μπακούνιν δεν διέγραψε, όπως διαδίδεται συχνά, τους βιομηχανικούς εργάτες. Στην πραγματικότητα, πριν από το Μαρξ και το κίνημα εργοστασιακών επιτροπών της Ρωσικής Επανάστασης, επέμεινε ότι «οι συνεταιριστικές ενώσεις έχουν ήδη αποδείξει ότι οι εργαζόμενοι είναι αρκετά σε θέση να διαχειριστούν τις βιομηχανικές επιχειρήσεις και ότι αυτό μπορεί να γίνει από τους εργαζομένους εκείνους που εκλέγονται από τους συναδέλφους τους και οι οποίοι λαμβάνουν τον ίδιο μισθό». [18] Ήταν, εντούτοις, επικριτικός για ένα ορισμένο στρώμα της βρετανικής, γερμανικής και ελβετικής εργατικής τάξης για το οποίο θεώρησε ότι είχε μετατραπεί σε αριστοκρατία της εργασίας που θα μπορούσε να είναι εχθρική στα συμφέροντα του προλεταριάτου συνολικά. Η άποψη του Μπακούνιν για το πώς πρέπει να οργανωθούν οι επαναστάτες επικρίνεται συχνά για το ότι εμφανίζεται να υποστηρίζει μια μυστική δικτατορία πάνω στο λαό. Τα ντοκουμέντα σχετικά με την επαναστατική οργάνωση που κυκλοφόρησε το 1867 (πιο πριν) και το 1868, περιέχουν πράγματι μια περίεργη αντίφαση, που αποδεικνύεται από το παρακάτω απόσπασμα:
«Αυτός ο σύνδεσμος αρχίζει από τη βάση ότι οι επαναστάσεις δεν γίνονται ποτέ από τα άτομα ούτε ακόμη και από τις μυστικές αδελφότητες. Είναι, όπως θα λέγαμε, αυτοδημιούργητες, αποτέλεσμα της λογικής των πραγμάτων, από την τάση των γεγονότων και των ενεργειών .... Όλα αυτά μπορεί να τα κάνει μια καλά οργανωμένη κοινωνία, πρώτα να παίξει το ρόλο της μαμής της επανάστασης, διαδίδοντας μεταξύ των μαζών ιδέες σύμφωνες με τα μαζικά ένστικτα, για να οργανώσει όχι τον στρατό της Επανάστασης – γιατί όλος ο λαός πρέπει να είναι πάντα ο στρατός - αλλά κάποιο επαναστατικό γενικό επιτελείο αποτελούμενο από δεσμευμένα, ενεργητικά και ευφυή άτομα που είναι προπάντων όλοι αληθινοί φίλοι των ανθρώπων και όχι να καυχώνται για τον εαυτό τους, με ικανότητα για δράση ως μεσάζοντες μεταξύ της επαναστατικής ιδέας και του ενστίκτου των ανθρώπων. Ο αριθμός των ατόμων αυτών δεν χρειάζεται να είναι τεράστιος. Εκατό στενά και σοβαρά συνδεδεμένοι μεταξύ τους επαναστάτες θα αρκέσουν για το σύνολο της Ευρώπης. Διακόσιοι ή τριακόσιοι επαναστάτες θα είναι αρκετοί για να οργανώσουν τις μεγαλύτερες χώρες». [19]
Στις τελευταίες γραμμές του αποσπάσματος αυτού υπογραμμίζεται αυτή η αντίφαση, όπου ο Μπακούνιν φαίνεται να πιστεύει ότι, από τη μια, χρειάζονται 200 ή 300 επαναστάτες στις μεγαλύτερες χώρες, αλλά, από την άλλη, χρειάζονται μόνο 100 (μικρότερος αριθμός) για την Ευρώπη (μια μεγαλύτερη περιοχή).
Αυτή η «αντίφαση» εμφανίζεται επανειλημμένα στα γραπτά του Μπακούνιν, όπως για παράδειγμα το 1870 που έγραψε:
«Έτσι, ο μόνος στόχος ενός μυστικού συνδέσμου πρέπει να είναι όχι η δημιουργία μιας τεχνητής δύναμης έξω από το λαό, αλλά η παρακίνηση, η ένωση και η οργάνωση της αυθόρμητης δύναμης του λαού, επομένως, ο μόνος πιθανός, ο μόνος πραγματικός επαναστατικός στρατός είναι .... η οργάνωση, η οποία πρέπει μόνο να είναι το επιτελείο αυτού του στρατού, ένας διοργανωτής της δύναμης του λαού, όχι η δική του .... Μια επαναστατική ιδέα είναι επαναστατική, ζωτική, πραγματική και αληθινή μόνο επειδή εκφράζει και μόνο όσο αντιπροσωπεύει τα λαϊκά ένστικτα που είναι το αποτέλεσμα της ιστορίας. Το να προσπαθήσουμε να φορτώσουμε στο λαό τη δική μας σκέψη – ξένη προς το ένστικτο του λαού - υπονοεί την επιθυμία να καταστεί υποτακτικός ενός νέου κράτους .... Η οργάνωση πρέπει να δεχτεί με όλη της την ειλικρίνεια την ιδέα ότι η ίδια είναι υπηρέτης και αρωγός, αλλά ποτέ διοικητής του λαού, ποτέ, κάτω από οποιαδήποτε πρόφαση διεύθυνσης ούτε ακόμη και κάτω από την πρόφαση της ευημερίας των ανθρώπων.
Η οργάνωση βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα τεράστιο καθήκον: όχι μόνο να προετοιμάσει την επιτυχία της επανάστασης του λαού μέσω της προπαγάνδας και της ενοποίησης των λαϊκών δυνάμεων, όχι μόνο για να καταστρέψει συνολικά, μέσω της δύναμης αυτής της επανάστασης, ολόκληρη την υπάρχουσα οικονομική, κοινωνική και πολιτική τάξη, αλλά, επιπλέον .... για να καταστήσει αδύνατη μετά από τη λαϊκή νίκη την εγκαθίδρυση οποιασδήποτε κρατικής εξουσίας πάνω στον λαό – ακόμα και την πιο επαναστατική, ακόμα και την δική μας εξουσία - επειδή οποιαδήποτε εξουσία, όπως και να ονομαζόταν, θα υπέβαλλε αναπόφευκτα τους ανθρώπους στην παλαιά σκλαβιά με νέα μορφή .... Είμαστε άσπονδοι εχθροί κάθε επίσημης εξουσίας, ακόμα κι αν είναι υπερ-επαναστατική εξουσία. Είμαστε εχθροί κάθε δημόσια αναγνωρισμένης δικτατορίας, είμαστε κοινωνικοί επαναστάτες αναρχικοί. Αλλά θα ρωτήσετε, εάν είμαστε αναρχικοί τότε με ποιο δικαίωμα επιθυμούμε και με ποια μέθοδο μπορούμε να επηρεάσουμε τους ανθρώπους; Απορρίπτοντας οποιαδήποτε εξουσία, από ποια εξουσία ή, μάλλον, με ποια δύναμη θα κατευθύνουμε την επανάσταση του λαού; Μια αόρατη δύναμη – μη αναγνωρισμένη από κανέναν, μη επιβαλλόμενη από κανέναν – διαμέσου της οποίας η συλλογική δικτατορία της οργάνωσής μας θα είναι η μόνη δυνατή, όσο περισσότερο παραμένει αόρατη και μη αναγνωρισμένη τόσο περισσότερο παραμένει χωρίς οποιαδήποτε νομιμότητα και σημασία. Φανταστείτε .... μια μυστική οργάνωση που έχει διασκορπίσει τα μέλη της σε μικρές ομάδες σ’ ολόκληρη την επικράτεια της αυτοκρατορίας, αλλά είναι εντούτοις σταθερά ενωμένη: εμπνευσμένη από ένα κοινό ιδανικό .... μια οργάνωση που ενεργεί παντού σύμφωνα με ένα κοινό σχέδιο. Αυτές οι μικρές ομάδες, άγνωστες στον οποιονδήποτε ως τέτοιες, δεν έχουν καμία επίσημα αναγνωρισμένη εξουσία, αλλά είναι ισχυρές μέσω του ιδανικού τους, το οποίο εκφράζει την ίδια την ουσία των ενστίκτων, των επιθυμιών και των απαιτήσεων των ανθρώπων ....
Η οργάνωση βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα τεράστιο καθήκον: όχι μόνο να προετοιμάσει την επιτυχία της επανάστασης του λαού μέσω της προπαγάνδας και της ενοποίησης των λαϊκών δυνάμεων, όχι μόνο για να καταστρέψει συνολικά, μέσω της δύναμης αυτής της επανάστασης, ολόκληρη την υπάρχουσα οικονομική, κοινωνική και πολιτική τάξη, αλλά, επιπλέον .... για να καταστήσει αδύνατη μετά από τη λαϊκή νίκη την εγκαθίδρυση οποιασδήποτε κρατικής εξουσίας πάνω στον λαό – ακόμα και την πιο επαναστατική, ακόμα και την δική μας εξουσία - επειδή οποιαδήποτε εξουσία, όπως και να ονομαζόταν, θα υπέβαλλε αναπόφευκτα τους ανθρώπους στην παλαιά σκλαβιά με νέα μορφή .... Είμαστε άσπονδοι εχθροί κάθε επίσημης εξουσίας, ακόμα κι αν είναι υπερ-επαναστατική εξουσία. Είμαστε εχθροί κάθε δημόσια αναγνωρισμένης δικτατορίας, είμαστε κοινωνικοί επαναστάτες αναρχικοί. Αλλά θα ρωτήσετε, εάν είμαστε αναρχικοί τότε με ποιο δικαίωμα επιθυμούμε και με ποια μέθοδο μπορούμε να επηρεάσουμε τους ανθρώπους; Απορρίπτοντας οποιαδήποτε εξουσία, από ποια εξουσία ή, μάλλον, με ποια δύναμη θα κατευθύνουμε την επανάσταση του λαού; Μια αόρατη δύναμη – μη αναγνωρισμένη από κανέναν, μη επιβαλλόμενη από κανέναν – διαμέσου της οποίας η συλλογική δικτατορία της οργάνωσής μας θα είναι η μόνη δυνατή, όσο περισσότερο παραμένει αόρατη και μη αναγνωρισμένη τόσο περισσότερο παραμένει χωρίς οποιαδήποτε νομιμότητα και σημασία. Φανταστείτε .... μια μυστική οργάνωση που έχει διασκορπίσει τα μέλη της σε μικρές ομάδες σ’ ολόκληρη την επικράτεια της αυτοκρατορίας, αλλά είναι εντούτοις σταθερά ενωμένη: εμπνευσμένη από ένα κοινό ιδανικό .... μια οργάνωση που ενεργεί παντού σύμφωνα με ένα κοινό σχέδιο. Αυτές οι μικρές ομάδες, άγνωστες στον οποιονδήποτε ως τέτοιες, δεν έχουν καμία επίσημα αναγνωρισμένη εξουσία, αλλά είναι ισχυρές μέσω του ιδανικού τους, το οποίο εκφράζει την ίδια την ουσία των ενστίκτων, των επιθυμιών και των απαιτήσεων των ανθρώπων ....
Αυτή η δικτατορία είναι απαλλαγμένη από κάθε συμφέρον, ματαιοδοξία και φιλοδοξία και γι’ αυτό είναι ανώνυμη, αόρατη και δεν παραχωρεί πλεονέκτημα ή τιμή ή επίσημη αναγνώριση της εξουσίας σε ένα μέλος της ομάδας ή στις ομάδες τις ίδιες. Δεν απειλεί την ελευθερία των ανθρώπων επειδή είναι απαλλαγμένη από κάθε επίσημο χαρακτήρα....» [20]
Αφενός, ο Μπακούνιν αναγνώρισε ότι «η μελλοντική κοινωνική οργάνωση πρέπει να πραγματοποιηθεί από τα κάτω προς τα πάνω» [21] Αφετέρου, η δυνατότητα για τη δημιουργία της νέας αυτής κοινωνίας δεν θα ήταν αποτέλεσμα μιας αυθόρμητης επανάστασης, αλλά θα απαιτούσε τη συγκρότηση μια διεθνούς οργάνωσης των επαναστατών που «θα είχε ως κέντρο της την ιδέα και την ομοιότητα του προγράμματος» [ 22]
Όπως είδαμε, ο Μπακούνιν είχε ιδιαίτερη εμπειρία εξεγέρσεων. Όπως ήταν επίσης φυσικό, όπως και ο Μαρξ, απόστολος του Χέγκελ και, ως εκ τούτου, χρησιμοποίησε τη διαλεκτική μέθοδο με την οποία δύο προφανώς αντιφατικά πράγματα μεταξύ τους θα αλληλεπιδρούσαν για να δημιουργήσουν μια νέα κατάσταση/μια ιδέα που θα ήταν μια πρόοδος και στα δύο. Σ’ αυτή τη φάση, στα γραπτά του ο Μπακούνιν υποστήριζε έναν τρόπο ξεπεράσματος της αντίφασης μεταξύ του στόχου μιας ελευθεριακής κοινωνίας και των οργανωτικών μεθόδων μέσω των οποίων έπρεπε να υπερνικηθεί η αυταρχική κοινωνία. Αλλά και πιο πρόσφατοι επαναστάτες που βρίσκονται αντιμέτωποι μ’ αυτήν την αντίφαση, τείνουν είτε να υποστηρίζουν ένα έντονα συγκεντρωτικό πολιτικό κόμμα που θα στόχευε την κατάκτηση της κρατικής εξουσίας ή προσποιούνται ότι οι σοβαρές οργανωτικές μέθοδοι δεν είναι απαραίτητες. Ο Μπακούνιν προσπαθούσε να υπερβεί αυτές τις δύο αντιτιθέμενες απόψεις, για να βρεθεί μια νέα λύση που να ικανοποιούσε την πραγματικότητα.
Οι απόψεις του Μπακούνιν σχετικά με την επαναστατική οργάνωση μπορούν να παρουσιαστούν ως κάποια γαμήλια τούρτα με ξεχωριστές, αλλά ανεπίσημα συνδεδεμένες μεταξύ τους, γραμμές επαναστατών. Στην κορυφή θα ήταν οι «100», το γενικό επιτελείο, ο ρόλος του οποίου θα ήταν η δημιουργία και η διατήρηση των άτυπων συνδέσμων μεταξύ των χωρών. Θα επέτρεπαν, από τη μια πλευρά, μια κάποια μελέτη της κατάστασης όταν ο χρόνος θα ήταν ώριμος για την επαναστατική εξέγερση και, από την άλλη, τα μέσα του συντονισμού αυτής της εξέγερσης. Αυτό επρόκειτο να μείνει μυστικό (λόγω του κινδύνου συλλήψεων) και (μετά το 1868) ένα άτυπο σύνολο επαφών που θα προσπαθούσε να επηρεάσει την πορεία των γεγονότων μέσω της δύναμης των ιδεών τους.
Κάτω απ’ όλα αυτά θα ερχόταν δεύτερη, μια πολύ πιο μεγάλη και πιο ανοικτή οργάνωση. Αυτή ήταν η Συμμαχία και ο πρώτιστος ρόλος της ήταν να εισάγει τις επαναστατικές ιδέες στις μαζικές οργανώσεις του προλεταριάτου, ειδικότερα μέσω της οικοδόμησης των περιφερειακών τμημάτων της Διεθνούς. Μετά το 1868 η βάση αυτής της «τούρτας» θα ήταν η ίδια η Διεθνής. Η βάση επρόκειτο να είναι η δημιουργία οργανώσεων αγώνα της εργατικής τάξης που θα ευνοούσαν την άμεση δράση και θα απέρριπταν την πολιτική (δηλ. εκλογική) δραστηριότητα. Η Συμμαχία θα δρούσε μέσα στη Διεθνή για να ωθήσει αυτή την πολιτική στο προσκήνιο. Αυτό ήταν απαραίτητο επειδή, έγραφε ο Μπακούνιν, οι μάζες των εργαζομένων - όντας αναλφάβητες και δουλεύοντας πολλές ώρες ακριβώς για να επιζήσουν - δεν θα μπορούσαν να προσεταιριστούν το σοσιαλισμό μόνο μέσω αφηρημένων ιδεών.
Έγραψε γι’ αυτό ο Μπακούνιν:
«Έπεται στη συνέχεια, ότι προκειμένου ν’ αγγίξουμε την καρδιά και να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη, τη συγκατάθεση, την υποστήριξη και τη συνεργασία των αναλφάβητων μαζών του προλεταριάτου - και η μεγάλη πλειοψηφία των προλεταρίων ανήκει δυστυχώς ακόμα σ’ αυτήν την κατηγορία - είναι απαραίτητο να αρχίσουμε να μιλάμε στους εργαζομένους όχι για τα γενικά βάσανα του διεθνούς προλεταριάτου συνολικά, αλλά ιδιαίτερα για τις δικές τους, καθημερινές, ιδιωτικές τους κακοτυχίες. Είναι απαραίτητο να τους μιλήσουμε για τις συνθήκες εργασίας τους, στη συγκεκριμένη τοποθεσία όπου ζουν, για τις άσχημες συνθήκες και τις πολλές ώρες που εργάζονται, για τους μικρούς μισθούς τους, τις προστυχιές του εργοδότη τους, το υψηλό κόστος ζωής και πόσο αδύνατο είναι γι’ αυτούς να δημιουργήσουν και συντηρήσουν μια οικογένεια. [23]
Αυτή ήταν η όλη εργασία την οποία ο Μπακούνιν θεώρησε απαραίτητη για την προετοιμασία της επανάστασης. Αλλά δεν θεώρησε ότι έπρεπε να γίνει από πάνω προς τα κάτω, ακριβώς το αντίθετο, διακηρύσσοντας, επίσης, ότι «η επανάσταση των λαών .... θα δημιουργήσει την επαναστατική της οργάνωση από τα κάτω προς τα πάνω και από την περιφέρεια προς το κέντρο, σύμφωνα με την αρχή της ελευθερίας».[24]
«Όσον αφορά την οργάνωση της Κομμούνας, θα υπάρξει μια ομοσπονδία των μόνιμων οδοφραγμάτων και το Επαναστατικό Συμβούλιο της Κομμούνας θα λειτουργήσει με έναν ή δύο εκπροσώπους από κάθε οδόφραγμα, ένα ανά οδό ή ανά περιοχή, οι οποίοι θα είναι εντολοδόχοι με δεσμευτικές εξουσιοδοτήσεις, υπεύθυνοι και πάντα ανακλητοί». [25] Θα δημοσιευθεί μια έκκληση προς όλες τις επαρχίες, τις κοινότητες και τις ενώσεις προσκαλώντας τους να ακολουθήσουν το παράδειγμα της πρωτεύουσας, να αναδιοργανωθούν αρχικά σύμφωνα με τις επαναστατικές απόψεις και μετέπειτα να εξουσιοδοτήσουν εκπροσώπους σε ένα συμφωνημένο χώρο συνέλευσης (όλοι αυτοί οι εκπρόσωποι θα έχουν δεσμευτικές εξουσιοδοτήσεις, θα είναι υπεύθυνοι και θα ανακαλούνται) προκειμένου να δημιουργηθεί η ομοσπονδία των επαναστατικών ενώσεων, των κοινοτήτων και των επαρχιών με βάση τις ίδιες αρχές και για να οργανωθεί έτσι μια επαναστατική δύναμη ικανή να νικήσει την αντίδραση. Δεν θα σταλθούν οπουδήποτε επίσημοι επαναστατικοί κομισάριοι, αλλά θα αποσταλούν επαναστάτες προπαγανδιστές σε όλες τις επαρχίες και τις κοινότητες και, ιδιαίτερα, στους αγρότες που δεν μπορούν να επαναστατήσουν για λόγους αρχών, Δεν θα υπάρξουν ούτε τα διατάγματα οποιασδήποτε δικτατορίας, αλλά μόνο η πράξη της ίδιας της επανάστασης, δηλαδή, οι διαδικασίες αυτές που θα εξασφαλίσουν αναπόφευκτα σε κάθε κοινότητα την πλήρη διακοπή της νομικής και επίσημης ύπαρξης του Κράτους». [ 26]
Αυτό δεν αποτελεί απλώς ένα ιστορικό ζήτημα. Είναι αλήθεια ότι στις δυτικές χώρες οι επαναστάτες είναι γενικά ελεύθεροι να πουλούν εφημερίδες και να παίρνουν μέρος σε συνεδριάσεις μ’ έναν τρόπο που δεν ίσχυε γενικά στην εποχή του Μπακούνιν. Αλλά αυτός ο φιλελευθερισμός του Κράτους είναι, κατά ένα μεγάλο μέρος, αντιμετωπίζεται ως σοβαρή απειλή. Όπου οι επαναστάτες της μιας ή της άλλης μορφής έχουν αντιμετωπιστεί ως απειλή, από τους «Μαύρους Πάνθηρες, στο ιρλανδικό κίνημα πολιτικών δικαιωμάτων, το κίνημα της δεκαετίας του 1970 στην Ιταλία, το γάντι έχει πλέον πεταχτεί και η πλήρης αντιπαράταξη της κρατικής καταστολής, συμπεριλαμβανομένης της εισχώρησης στις οργανώσεις αυτές και της προβοκάτσιας, έχει χρησιμοποιηθεί ενάντια σ΄ αυτές. Προς το παρόν, η σχετικά ασήμαντη απειλή των ομάδων του λεγόμενου Black Bloc στις διαδηλώσεις κατά της παγκοσμιοποίησης (σ.τ.μ.: το κείμενο γράφτηκε το 2001-2002 εποχή των σχετικών διαδηλώσεων) προκαλεί μια αυξανόμενη αντίδραση και ανάπτυξη της κρατικής καταστολής, συμπεριλαμβάνοντας τώρα και έναν μοιραίο πυροβολισμό. (σ.τ.μ.: εννοεί το θάνατο του Κάρλο Τζουλιάνι στη Γένοβα). Τα γραπτά του Μπακούνιν παρέχουν σε μας την αφετηρία για να εξετάσουμε την προφανή αντίφαση μεταξύ της επιθυμίας για τη δημιουργία μιας ελευθεριακής κοινωνίας και της ανάγκης να νικήσουμε ένα ισχυρό και αυταρχικό Κράτος για να το επιτύχουμε.
Σημειώσεις
(Τα περισσότερα από τα ντοκουμέντα που παρατίθενται εδώ ως URL μπορούν επίσης να βρεθούν και στην ιστοσελίδα για τον Μιχαήλ Μπακούνιν στη διεύθυνση http://struggle.ws/anarchists/bakunin.html Επίσης, εφόσον ο συγγραφέας παραθέτει αγγλόγλωσσα ντοκουμέντα εμείς αφήνουμε τους τίτλους ω έχουν).
1. Στο To the Finland Station, Edmund Wilson, Fontana 1960, p271
2. Ο Μπακούνιν στο Who am I, p126, No Gods, No Masters Vol 1, από το La Commune de Paris et la notion de l’Etat 1870, Oeuveres IV, p249ff
3. Στο Brian Morris, Bakunin: The Philosophy of Freedom, 1993, p14
4. Appeal to the Slavs (1848), στο Bakunin on Anarchism, Sam Dolgoff, Black Rose Books, 1972, p63-68
5. Brian Morris, Bakunin: The Philosophy of Freedom, 1993, p26
6. Sam Dolgoff, ed, Bakunin on Anarchy, New York, 1973, p388
7. Στο Brian Morris, Bakunin: The Philosophy of Freedom, 1993, p29
8. Daniel Guerin στο No Gods No Master Vol 1, p 132
9. Brian Morris, Bakunin: The Philosophy of Freedom, 1993, p30
10. Bakunin in The Program of the Brotherhood (1865) όπως δημοσιεύτηκε στο God and the State, No Gods, No Masters Vol 1, p138
11. No Gods No Master Vol 1, p 132
12. Bakunin in The Program of the Brotherhood (1865) όπως δημοσιεύτηκε στο God and the State, No Gods, No Masters Vol 1, p142
13. Bakunin in The Program of the Brotherhood (1865) όπως δημοσιεύτηκε στο God and the State, No Gods, No Masters Vol 1, p133 - 137
14. Report from a Russian positivist στο Brian Morris, Bakunin: The Philosophy of Freedom, 1993, p34
15. Bakunin, Statism and anarchism, Appendix A (1873), ed Marshal Shatz, Cambridge University Press, 1990, p212
16. Bakunin, Statism and anarchism, Appendix A (1873), ed Marshal Shatz, Cambridge University Press, 1990, p215
17. Bakunin, Statism and anarchism (1873), ed Marshal Shatz, Cambridge University Press, 1990, p6
18. The capitalist system, το οποίο μπορεί να βρεθεί και στην ακόλουθη διεύθυνσηhttp://struggle.ws/anarchists/bakunin/writings/capitalist_system.html
19. Bakunin in Program and Object of the Secret Revolutionary Organisation of the International Brotherhood (1868) όπως δημοσιεύτηκε στο God and the State, No Gods, No Masters Vol 1, p156
20. Bakunin to Nechayev on the role of secret revolutionary societies, June 2, 1870, ντοκουμέντο το οποίο μπορεί επίσης να βρεθεί και στη διεύθυνση http://struggle.ws/anarchists/bakunin/writings/nechayev_secret_disagree....
21. The Paris Commune and the Idea of the State (1871), το οποίο μπορεί επίσης να βρεθεί και στη διεύθυνσηhttp://flag.blackened.net/daver/anarchism/bakunin/paris.html
22. Bakunin in The Program of the Brotherhood (1865) as published in God and the State, No Gods, No Masters Vol 1, p139
23. Founding of the Workers International, http://flag.blackened.net/daver/anarchism/bakunin/bakunin3.html
24. Bakunin in Program and Object of the Secret Revolutionary Organisation of the International Brotherhood (1868) όπως δημοσιεύτηκε στο God and the State, No Gods, No Masters Vol 1, p155
25. Bakunin in Program and Object of the Secret Revolutionary Organisation of the International Brotherhood (1868) όπως δημοσιεύτηκε στο God and the State, No Gods, No Masters Vol 1, p155
26. Bakunin in Program and Object of the Secret Revolutionary Organisation of the International Brotherhood (1868) όπως δημοσιεύτηκε στο God and the State, No Gods, No Masters Vol 1, p156
* Το κείμενο αυτό γράφτηκε από τον Andrew Flood με τον τίτλο «Bakunin’s ideas on revolutionary organisation» («Οι ιδέες του Μπακούνιν για την επαναστατική οργάνωση») και δημοσιεύτηκε στο τεύχος 6 (Χειμώνας 2002) του περιοδικού «Red and Black Revolution», της ιρλανδικής αναρχοκομμουνιστικής οργάνωσης Workers Solidarity Movement (WSM – Κίνημα Εργατικής Αλληλεγγύης). Ελληνική μετάφραση «ούτε θεός-ούτε αφέντης», 4 Γενάρη 2008.
Greek translation of Andrew Flood’s «Bakunin’s ideas on revolutionary organisation».published in WSM’s «Red and Black Revolution», No 6, winter 2002.

Τετάρτη 28 Μαΐου 2014

Βαρκελώνη-εκκένωση κατάληψης Can Vies

Στις 26 Μαιου εκκενώθηκε μετα από 17 χρόνια μια απο τις παλαιότερες καταλήψεις της Βαρκελώνης η Can Vies που βρίσκεται στην περιοχή του Sants. Το κτήριο ανήκει στην εταιρεία σιδηροδρόμων και μετρό της Βαρκελώνης,στους καταληψίες είχε δωθεί εντολή για εγκατάλειψη του κτηρίου μεχρι 31 μαιου.Επίσης υπήρχε μια πρόταση απο την ιδιοκτήτρια εταιρία να παραχωρήσει το κτήριο στους καταληψίες με όρο να γίνουν εργασίες στο χώρο και να μπει ηχομόνωση,κάτι φυσικά που η συνέλευση αρνήθηκε.Έτσι μια μέρα μετά τις ευρωεκλογές στις 11 το πρωι άρχισε η διαδικασία εκένωσης.
Άμεσα ήταν τα αντανακλαστικά των συντρόφων κατα την διάρκεια της εκκένωσης. Όπως φαίνετε στο παρακάτω βίντεο το οποίο ανέβηκε με το που άρχισε η επιχείρηση των μπάτσων,μια μερίδα συντρόφων δέθηκαν σε ένα τοίχο της κατάληψης οπου μέσα είχαν σφηνώσει 15 μπομπόνες γκαζιού,με στόχο φυσικά την όσο δυνατή καθυστέρηση τους,η εισβολη τελικά πραγματοποιήθηκε μετα απο περίπου 9 ώρες. https://www.youtube.com/watch?v=KYXz46rsMe8
https://www.youtube.com/watch?v=AA7jqy9hTuw
Άμεσα άρχισαν οι εργασίες γκρεμίσματος του κτηρίου,ενώ αλληλέγγυος κόσμος προσπαθούσε να προσεγγίσει το σημείο κατι που ήταν ανέφικτο λόγω της τεράστιας επιχείρησης των μπάτσων με πολλές διμοιρίες αλλα και 2 ελικόπτερα.
Χτες Τρίτη η πορεία που πραγματοποιήθηκε στην περιοχή ήταν πολυ μαζική καθώς και συγκρουσιακή,η γειτονιά στήριξε τους διαδηλωτές κατεβαίνοντας στην πορεία,ενώ πολλοί επέλεξαν να διαμαρτυρηθούν με τον γνωστό τρόπο στην Ισπανία χτυπώντας μαγειρικά σκεύη απο τα μπαλκόνια των σπιτιών. Οδοφράγματα γέμισαν την γειτονία του Sants και ξεκίνησαν σποραδικές συγκρούσεις με τους μπάτσους,πραγματοποιήθηκαν επιθέσεις σε τράπεζες και στα μηχανήματα εξω απο την κατάληψη .Υπάρχουν σίγουρα 6 συλλήψεις καθως επίσεις και κάποιοι τραυματίες.
Ακολουθούν κάποιες φωτογραφίες απο τις χθεσινές συγκρούσεις

Για περισσότερες φωτογραφίες εδώ:http://www.naciodigital.cat/galeria/2087/foto/37338

Για σήμερα Τετάρτη έχουν προγραμματιστεί ταυτόχρονες πορείες σχεδόν σε όλες τις γειτονιές της Βαρκελώνης με στόχο να συναντηθούν και να ενωθούν όλες στην γειτονία του Sants,καθώς και πορείες σε πολλές πόλεις της Καταλωνίας.
Ακολουθεί η αφίσα απο το κάλεσμα των σημερινών κινητοποιήσεων
Στην αφίσα γράφει...Αν η Can Vies πέσει στο χώμα..όλες οι γειτονιές μπαίνουν σε πόλεμο.

Από Indymedia